Διαβάστε επίσης
Joomla Templates and Joomla Extensions by JoomlaVision.Com

facebook_icon

Σύνδεση στο forum



climax

Αναζήτηση
Χρήστες
Έχουμε 17 επισκέπτες συνδεδεμένους
Αρχική Κατάθλιψη Τύποι κατάθλιψης

Η ανασκόπηση της συμπτωματολογίας της κατάθλιψης κάνει σαφή την μεγάλη ποικιλομορφία των συμπτωμάτων που την χαρακτηρίζει. Αν αναλογισθούμε επιπλέον την ποικιλία των τύπων της κατάθλιψης ανάλογα με την ύπαρξη και την μορφή των εκλυτικών παραγόντων, το οικογενειακό ιστορικό, την πορεία και τις επιπλοκές της νόσου, το φάσμα γίνεται πραγματικά απεριόριστο.

 Παρακάτω, θα βρείτε πληροφορίες για τις 2 κύριες σύγχρονες διαγνωστικές κατηγορίες της κατάθλιψης σύμφωνα με τα ταξινομικά συστήματα. Εξαιτίας της ποικιλομορφίας της κατάθλιψης, έχουν προταθεί μέχρι σήμερα πολλές ταξινομήσεις με βάση διάφορα χαρακτηριστικά ή αιτιολογικές υποθέσεις. Θα βρείτε μια σύντομη περιγραφή για όλους τους πιθανούς όρους που μπορεί να συναντήσετε ή να ακούσετε.

 

ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ (ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ):

 

Α) ΜΕΙΖΩΝ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ (ΜΚΔ)

 

Το βασικό διαγνωστικό στοιχείο είναι μια κλινική πορεία που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός (ΜΚΔ, Μοναδικό Επεισόδιο) ή περισσοτέρων (ΜΚΔ, Υποτροπιάζουσα) Μείζονος Καταθλιπτικού Επεισοδίου. Περισσότερες πληροφορίες στην ενότητα "Συμπτώματα – Διάγνωση"

 

Β) ΔΥΣΘΥΜΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

 

Το βασικό χαρακτηριστικό της δυσθυμικής διαταραχής (αλλιώς δυσθυμία) είναι μία χρόνια καταθλιπτική διάθεση που το άτομο έχει το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, τις περισσότερες μέρες για τουλάχιστον 2 χρόνια.

Είναι μια μακροχρόνια μορφή ήπιας κατάθλιψης που χαρακτηρίζεται από μια επίμονη απαισιόδοξη θεώρηση της ζωής και καθώς εκτείνεται στον χρόνο δημιουργεί στο άτομο μια αίσθηση ανεπάρκειας. Ο ασθενής με δυσθυμία παρότι μπορεί και ανταπεξέρχεται στις καθημερινές του δραστηριότητες, νιώθει πάντα ότι κάτι τον κρατάει από το να μπορεί να νιώσει καλά. Δεν προκαλεί έντονη έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου και οι περίοδοι δυσθυμίας μπορεί να εναλλάσσονται με περιόδους κατά τις οποίες το άτομο αισθάνεται φυσιολογικά. Η δυσθυμία επηρεάζει την εργασία και την κοινωνική ζωή. Πολλά άτομα απομονώνονται και γίνονται λιγότερα παραγωγικά. Αν έχετε δυσθυμία, διατρέχετε μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσετε μείζονα κατάθλιψη.

Τα συμπτώματα της δυσθυμίας είναι ίδια με εκείνα της μείζονος κατάθλιψης αλλά όχι τόσο έντονα. Για την διάγνωση απαιτείται η παρουσία 2 τουλάχιστον από τα παρακάτω (εκτός της καταθλιπτικής διάθεσης):

-         μειωμένη όρεξη ή υπερφαγία

-         αϋπνία ή υπερυπνία

-         μειωμένη ενέργεια/ενεργητικότητα ή κόπωση

-         χαμηλή αυτοεκτίμηση

-         μειωμένη ικανότητα για συγκέντρωση ή δυσκολία στη λήψη αποφάσεων

-         αίσθημα έλλειψης ελπίδας

 

Παλιότερα ο τύπος αυτός δεν θεωρούταν ως κατάθλιψη αλλά μάλλον ως είδος προσωπικότητας που μπορεί να προδιαθέτει σε κατάθλιψη. Το ενδιαφέρον για τη δυσθυμία μεγάλωσε όταν κάποια αντικαταθλιπτικά φάρμακα φάνηκε ότι έχουν μια πιο ειδική επίδραση σ' αυτή την μορφή, και έτσι σήμερα η τάση είναι να θεωρείται περισσότερο ως μια ειδική μορφή κατάθλιψης παρά ως τύπος προσωπικότητας.

 

 

 

ΑΛΛΟΙ ΟΡΟΙ, ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ Ή ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ:

 

ΟΞΕΙΑ KAI ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Κατηγοριοποίηση της κατάθλιψης ανάλογα με την διάρκεια των συμπτωμάτων της: Αν τα συμπτώματα παρουσιάζονται για σύντομα, σαφώς καθορισμένα χρονικά διαστήματα, τότε ονομάζεται οξεία. Αν τα συμπτώματα συνεχίζονται για περισσότερο από 6 μήνες, ονομάζεται συνήθως χρόνια. Πάντως, σύμφωνα με τα σύγχρονα ταξινομικά συστήματα (DSM-IV) για να χαρακτηριστεί ένα μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο "χρόνιο" πρέπει να πληρούνται τα κριτήρια της διάγνωσης συνεχώς τουλάχιστον τα 2 τελευταία χρόνια.

 

ΑΓΧΩΔΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Ο όρος χρησιμοποιείται όταν η κατάθλιψη συνοδεύεται από έντονο και βασανιστικό άγχος. Συναντάται συχνότερα σε μεσήλικες και ηλικιωμένους καταθλιπτικούς ασθενείς. Τα ακόλουθα είναι μερικά από τα συμπτώματα:

Είστε ανήσυχος, υπερκινητικός και δεν μπορείτε να μείνετε ήρεμος.Παραπονιέστε για την αφόρητη κατάστασή σας, αλλά σας είναι δύσκολο να πείτε τα προβλήματά σας. Σας είναι δύσκολο να πείτε τι είναι αυτό που χρειάζεστε. Σε σοβαρές περιπτώσεις, περπατάτε αδιάκοπα εδώ κι εκεί. Σφίγγετε τα χέρια σας, αναστενάζετε και επαναλαμβάνετε ξανά και ξανά τα ίδια παράπονα. 

 

ΕΝΔΟΓΕΝΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ

Η διάκριση της κατάθλιψης σε ενδογενή και αντιδραστική έχει κληροδοτηθεί από τα παλαιότερα ταξινομικά συστήματα και χρησιμοποιείται ακόμα από πολλούς κλινικούς – αν και ουσιαστικά δεν είναι ιδιαίτερα ακριβής.

Ως ενδογενής κατάθλιψη (όρος που αντιστοιχεί αδρά στη μείζονα κατάθλιψη) ορίζεται το σύνδρομο που θεωρείται ότι προκαλείται από βιολογικούς κυρίως παράγοντες και ότι έχει πορεία και εξέλιξη ανεξάρτητη από περιβαλλοντικές επιδράσεις (προέρχεται – αναδύεται από μέσα από τον ασθενή). Κυριαρχούν τα συμπτώματα από τη σωματική σφαίρα (διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος), όπως οι διαταραχές του ύπνου, της όρεξης και της ενέργειας και απουσιάζουν περιβαλλοντικοί εκλυτικοί παράγοντες.

Η αντιδραστική κατάθλιψη (αντιστοιχεί αδρά στην νοσολογική έννοια της δυσθυμικής διαταραχής και εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος νευρωσική κατάθλιψη) αντίθετα αναφέρεται στο σύνδρομο που εκλύεται από παράγοντες στο περιβάλλον του ασθενή και πιο συγκεκριμένα όταν επιδράσουν  ψυχοπιεστικά στρεσογόνα γεγονότα ζωής (π.χ. απόλυση από εργασία, θάνατος αγαπημένου προσώπου, χωρισμός, ασθένεια ή τραυματισμός, οικονομικά προβλήματα, μετακόμιση κλπ.). Χαρακτηριστικά αυτής της κατάθλιψης θεωρούνται τα εξής: η αναγνώριση εμφανών εκλυτικών γεγονότων, η απουσία σημαντικών συμπτωμάτων από την σωματική σφαίρα και η διακύμανση των συμπτωμάτων ανάλογα με ψυχολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Το καταθλιπτικό συναίσθημα στις αντιδραστικές καταθλίψεις θεωρείται ηπιότερο από αυτό των ενδογενών.

Η αξία της διάκρισης της κατάθλιψης σε ενδογενή και αντιδραστική έγκειται στο ότι τονίζει την σημασία των διαταραχών του αυτόνομου νευρικού συστήματος και στην έμφαση της ευνοϊκής απάντησης των συμπτωμάτων αυτών στα αντικαταθλιπτικά και την ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Το πρόβλημα όμως είναι ότι πολύ λίγοι ασθενείς μπορούν να ενταχθούν με βεβαιότητα στη μία ή στην άλλη κατηγορία καθώς οι περισσότεροι μπορούν τελικά να αναφέρουν κάποια γεγονότα που θεωρούν ως εκλυτικά. Επιπλέον, η φαρμακευτική αγωγή και η ηλεκτροσπασμοθεραπεία μπορεί επίσης να βοηθήσουν και στις περιπτώσεις με αναγνωρίσιμα στρεσογόνα συμβάντα. Έτσι, ουσιαστικά οι περισσότεροι ασθενείς βρίσκονται σε κάποιο σημείο ενός συνεχούς του οποίου τα άκρα αποτελούν η ενδογενής και η αντιδραστική κατάθλιψη.

 

ΨΥΧΩΤΙΚΗ ΕΝΑΝΤΙ ΝΕΥΡΩΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ

Ο όρος ψυχωτική (ή ψυχωσική) κατάθλιψη χρησιμοποιείται για την μορφή της κατάθλιψης στην οποία το άτομο έχει χάσει την ικανότητα του ελέγχου της πραγματικότητας. Εκτός από το καταθλιπτικό συναίσθημα υπάρχουν διαταραχές της αντίληψης (ψευδαισθήσεις), διαταραχές του περιεχομένου της σκέψης (παραληρητικές ιδέες) και κάποιος βαθμός σύγχυσης. Οι ψυχωτικές καταθλίψεις θεωρούνται ότι έχουν βιολογική βάση. Στην καθημερινή πρακτική, ενδέχεται ο όρος να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά για κάθε "βαριά" κατάθλιψη, όπου υπάρχει δηλαδή σημαντική έκπτωση της κοινωνικής και επαγγελματικής λειτουργικότητας, αδυναμία εκτέλεσης βασικών καθημερινών καθηκόντων και απόσυρση από τον κόσμο.

Αντίθετα, στην νευρωτική (ή νευρωσική) κατάθλιψη, ο έλεγχος της πραγματικότητας παραμένει ανέπαφος. Ο όρος χρησιμοποιείται από πολλούς εναλλακτικά προς την αντιδραστική κατάθλιψη ή ακόμη και την ήπια κατάθλιψη και μπορεί να υποδηλώνει κοινωνικο-ψυχολογική προέλευση της κατάθλιψης παρά βιολογική αιτιολογία.

Και αυτή η διάκριση βασίζεται σε παλαιότερα ταξινομικά συστήματα και έχει περιορισμένη χρησιμότητα. Η ευρύτητα του φάσματος της βαρύτητας των καταθλιπτικών διαταραχών καθιστά μάλλον αυθαίρετο το να αποφασίσει κανείς αν το άτομο έχει κατάθλιψη ψυχωτικού ή νευρωτικού επιπέδου. Παρόλα αυτά, η παρουσία ή απουσία ψυχωτικών συμπτωμάτων είναι ιδιαίτερα σημαντική για την κλινική εκτίμηση: εκτός από την σημασία τους για την θεραπευτική αγωγή – ενίοτε και νοσηλεία-, προειδοποιούν για αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας. Στα σύγχρονα ταξινομικά συστήματα, η ύπαρξη ή όχι ψυχωτικών συμπτωμάτων δηλώνεται με τον προσδιορισμό "σοβαρή κατάθλιψη με ή χωρίς (αντίστοιχα) ψυχωτικά στοιχεία".

 

ΔΙΕΓΕΡΜΕΝΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΕΝΑΝΤΙ ΕΠΙΒΡΑΔΥΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ

Η διεγερμένη κατάθλιψη είναι η μορφή της κατάθλιψης που περιλαμβάνει ψυχοκινητική διέγερση, δηλαδή, υπερβολική και μη παραγωγική δραστηριότητα που έχει σκοπό την ανακούφιση της έντασης, όπως τράβηγμα μαλλιών, δάγκωμα νυχιών, βηματισμό πάνω κάτω, βογκητά, αναστεναγμούς, στριφογύρισμα χεριών. Είναι συχνή σε ηλικιωμένα άτομα (50 – 70 ετών) και ενδέχεται να υπάρχουν και ψυχωτικά συμπτώματα.

Η επιβραδυμένη κατάθλιψη περιλαμβάνει ψυχοκινητική επιβράδυνση, δηλαδή, αργή και χωρίς αυθορμητισμό σκέψη και δραστηριότητα. Στις ακραίες μορφές της πλησιάζει την εμβροντησία, δηλαδή την αναστολή της ψυχοκινητικής δραστηριότητας και συνοδεύεται από αλαλία και αφωνία (ο ασθενής δεν αντιδρά στα ερεθίσματα, δεν απαντάει στις ερωτήσεις και δίνει την εντύπωση ότι δεν συμμετέχει σε αυτά που συμβαίνουν, ακόμη κι αν αφορούν τον ίδιο).

Η χρησιμότητα και αυτής της διάκρισης είναι περιορισμένη γιατί πολλοί καταθλιπτικοί ασθενείς παρουσιάζουν μίγμα σημείων διέγερσης και επιβράδυνσης, ενώ άλλοι έχουν φυσιολογικό επίπεδο ψυχοκινητικότητας, οπότε δεν εντάσσονται σε καμία από τις δύο κατηγορίες. Στη σύγχρονη ορολογία προτιμάται η χρήση όρων όπως "κατάθλιψη με ψυχοκινητική επιβράδυνση" ή "ψυχοκινητική διέγερση" με σκοπό την εξατομικευμένη περιγραφή των συμπτωμάτων. Άλλος όρος που ενδέχεται να συναντήσετε είναι "κατάθλιψη με κατατονικά στοιχεία":

 

ΠΡΩΤΟΠΑΘΗΣ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΠΑΘΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Ο όρος πρωτοπαθής κατάθλιψη αναφέρεται στην κατάθλιψη της οποίας δεν προηγείται και η οποία δεν συνδυάζεται με άλλη ψυχιατρική διαταραχή (π.χ. αγχώδη διαταραχή).

Αντίστοιχα, δευτεροπαθής κατάθλιψη θεωρείται η κατάθλιψη όπου από το ιστορικό ή την εξέταση αναγνωρίζεται η ύπαρξη και άλλης ψυχιατρικής διαταραχής, η οποία συνηθέστερα προηγείται. Στην καθημερινή πρακτική, ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει και την κατάθλιψη που προκαλείται από ουσίες (οφείλεται δηλαδή στα άμεσα φυσιολογικά αποτελέσματα της δράσης μιας ουσίας ή της κατάχρησης της) ή μία γενική ιατρική κατάσταση ( είναι δηλαδή άμεση φυσιολογική συνέπεια μιας ασθένειας, π.χ. αυτοάνοσων διαταραχών, υποθυρεοειδισμού κλπ). Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε στην αντίστοιχη ενότητα.

 

ΑΤΥΠΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

H άτυπη κατάθλιψη εκφράζεται με αντιστροφή των συνηθισμένων βιολογικών συμπτωμάτων της κατάθλιψης: βουλιμία αντί για ανορεξία, υπερυπνία (= συνολική διάρκεια ύπνου – ημέρας ή νύχτας – τουλάχιστον 10 ωρών ή τουλάχιστον 2 ωρών περισσότερο απ' όταν το άτομο δεν είναι σε κατάθλιψη) αντί για αϋπνία, παράλυση "σαν μολύβι" (δηλ. αισθάνεται τα χέρια και τα πόδια του να είναι βαριά "σαν μολύβι"), υπερβολική ευαισθησία στην απόρριψη και υποχώρηση του καταθλιπτικού συναισθήματος όταν συμβαίνουν ευχάριστα πράγματα (πράγμα που σπάνια συμβαίνει στην τυπική μείζονα κατάθλιψη). Όσον αφορά την ευαισθησία στην απόρριψη το άτομο μπορεί να φεύγει από την δουλειά του νωρίτερα ή να χρησιμοποιεί ηρεμιστικά για να αντιμετωπίσει την κριτική που του γίνεται, μπορεί να αποφεύγει να κάνει σχέσεις ή να κάνει τρικυμιώδεις σχέσεις εξαιτίας αυτής της ευαισθησίας. Συχνά μπορεί να συνυπάρχει έντονο άγχος και φοβίες.

 

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ Ή ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Αλλιώς κατάθλιψη με μελαγχολικά στοιχεία. Είναι όρος συγγενής με την ενδογενή κατάθλιψη και χρησιμοποιείται για την περιγραφή καταθλιπτικού συναισθήματος με μεγάλο βάθος (το άτομο έχει απωλέσει την ευχαρίστηση σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες ή δεν αντιδρά σε συνήθως ευχάριστα ερεθίσματα, δηλαδή δεν νιώθει πολύ καλύτερα, δεν χαίρεται με τίποτα, έστω και προσωρινά). Άλλα χαρακτηριστικά μπορεί να περιλαμβάνουν: πρώιμη πρωινή αφύπνιση, συστηματικά χειρότερο καταθλιπτικό συναίσθημα το πρωί, έντονη ψυχοκινητική επιβράδυνση ή διέγερση, σημαντική ανορεξία ή απώλεια βάρους, υπερβολική και απρόσφορη (αβάσιμη) ενοχή.

 

ΕΠΟΧΙΚΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Αλλιώς κατάθλιψη με εποχιακό σχήμα ή εποχιακή συναισθηματική διαταραχή (Seasonal Affective Disorder, SAD), ή μελαγχολία του χειμώνα. Ο όρος υποδηλώνει οποιαδήποτε καταθλιπτική διαταραχή χαρακτηρίζεται από την εκδήλωση της σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους του έτους κατ' επανάληψη.   Χρησιμοποιείται όμως κυρίως για τις περιόδους κατάθλιψης που έχουν σχέση με την αλλαγή των εποχών: συνήθως αρχίζει το φθινόπωρο ή το χειμώνα και υποχωρεί την άνοιξη. Είναι τέσσερις έως οχτώ φορές συχνότερη στις γυναίκες απ' ότι στους άντρες. Η μέση ηλικία εμφάνισης είναι από 20 έως τα 30, ενώ ο κίνδυνος καθώς και τα συμπτώματα μειώνονται με τα χρόνια. Για την διάγνωση, χρειάζεται να έχουν παρατηρηθεί συμπτώματα καταθλιπτικού επεισοδίου για 2 συνεχείς χειμώνες, τα οποία υποχώρησαν οπωσδήποτε την άνοιξη (ή το καλοκαίρι). Τα συμπτώματα είναι γενικά πιο ήπια και συνήθως περιλαμβάνουν: αυξημένη ανάγκη για ύπνο, αυξημένη κατανάλωση υδατανθράκων και/ή σοκολάτας, μειωμένη ενέργεια και κόπωση, απόσυρση από κοινωνικές δραστηριότητες. Έχουν προταθεί διάφορες υποθέσεις για την αιτιολογία της διαταραχής με κυριότερες την υπόθεση της αύξηση των επιπέδων μελατονίνης στον εγκέφαλο λόγω της μειωμένης ηλιοφάνειας και την υπόθεση της απορρύθμισης του εσωτερικού ρολογιού του σώματος λόγω της έλλειψης ηλιακού φωτός. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η εποχική κατάθλιψη είναι ποιο συχνή σε μέρη όπου η μέρα είναι μικρότερη από την νύχτα (βόρειο γεωγραφικό πλάτος). Πάντως, οι έρευνες είναι αντιφατικές και κανένας δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι είναι αυτό που την προκαλεί. Η πιο συνηθισμένη αντιμετώπιση περιλαμβάνει την φωτοθεραπεία (το άτομο εκτίθεται στο φως ειδικής λάμπας για κάποιες ώρες την ημέρα). Πολλοί θεωρούν αυτή την αγωγή περιοριστική ή κουραστική και την αντικαθιστούν με αντικαταθλιπτικά. Περισσότερες πληροφορίες: http://www.sltbr.org

 

ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΑ Ή ΣΥΓΚΑΛΥΜΜΕΝΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Λανθάνουσα ονομάζεται η κατάθλιψη που δε φανερώνεται με τα χαρακτηριστικά για τη νόσο συμπτώματα αλλά με μια ποικιλία συμπτωμάτων, τα οποία συχνά παραπλανούν τους μη ειδικούς ιατρούς. Ακόμη και οι ειδικοί ιατροί πρέπει να επιδείξουν επιμονή, υπομονή και επιδεξιότητα στη διαγνωστική διερεύνηση, ώστε να αποκαλυφθεί η νόσος.
Η λανθάνουσα κατάθλιψη αναφέρεται επίσης στη βιβλιογραφία ως κατάθλιψη με προσωπίδα-μάσκα (μασκαρεμένη ή μεταμφιεσμένη κατάθλιψη), καταθλιπτικό ισοδύναμο, περιφερική κατάθλιψη (δηλαδή κατάθλιψη εκφραζόμενη με περιφερικά συμπτώματα και όχι με το κεντρικό καταθλιπτικό σύμπτωμα), κατάθλιψη χωρίς κατάθλιψη ή ασυναισθηματική κατάθλιψη (δηλαδή νόσος κατάθλιψη χωρίς το σύμπτωμα κατάθλιψη).
Μπορεί να εκφραστεί με υποχονδριακά συμπτώματα (πονοκέφαλο, πόνους στη μέση και την πλάτη, ενοχλήσεις στην κοιλιά και τα άκρα), συμπτώματα που θυμίζουν άνοια (διαταραχές μνήμης, προσοχής, συγκέντρωσης), σεξουαλική ανικανότητα, κακές επιδόσεις και διαταραγμένη συμπεριφορά στο σχολείο (αταξίες, απουσίες, ευερεθιστότητα), παραπτωματική συμπεριφορά (ιδιαίτερα στην εφηβεία), αϋπνία ή υπερυπνία, ανορεξία ή βουλιμία.

Όταν το τρίπτυχο: κακή επίδοση στο σχολείο, παραπτωματική συμπεριφορά και σεξουαλική ασυδοσία εμφανίζεται στην εφηβική ηλικία, θεωρείται καταθλιπτικό ισοδύναμο. Κάποιες φορές, όχι μόνο απουσιάζει το καταθλιπτικό συναίσθημα, αντιθέτως οι ασθενείς εμφανίζονται "χαρούμενοι" (γελανή ή γελαστή κατάθλιψη).
Περισσότερες πληροφορίες στην ενότητα: "Στα παιδιά και τους εφήβους".

 

ΕΠΙΛΟΧΕΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ Ή ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΤΗΣ ΛΟΧΕΙΑΣ

Αλλιώς κατάθλιψη με επιλόχεια έναρξη ή μεταγεννητική κατάθλιψη (Post Partum Depression, PPD). Ονομάζεται η κατάθλιψη που εμφανίζεται μέσα στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Η κατάθλιψη της λοχείας δεν πρέπει να συγχέεται με την απλή λοχειακή δυσφορία , που εμφανίζεται τις πρώτες μέρες μετά από τον τοκετό με ήπια συμπτώματα (θλίψη, άγχος, ανησυχία, ευσυγκινησία), τα οποία υποχωρούν, χωρίς να ασκηθεί ειδική θεραπευτική παρέμβαση, μέσα σε μια εβδομάδα.

Περισσότερες πληροφορίες στην ενότητα "Γυναίκες και κατάθλιψη".

 

ΠΡΟΕΜΜΗΝΟΡΡΟΪΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

(Premenstrual Syndrome, PMS ή Premenstrual Tension, PMT). Ονομάζεται ένα σύνολο σωματικών και ψυχολογικών συμπτωμάτων που σχετίζονται με τον έμμηνο κύκλο των γυναικών: εμφανίζονται περίπου 5-10 ημέρες πριν την εμφάνιση της εμμηνορρυσίας και υποχωούν τις πρώτες μέρες του κύκλου.

Για κάποιες γυναίκες με PMS τα συμπτώματα παρουσιάζονται με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Η συγκεκριμένη μορφή του PMS περιγράφεται ψυχιατρικά ως Προεμμηνορροϊκή Δυσφορική Διαταραχή (Premenstrual Dysphoric Disorder, PMDD).

Περισσότερες πληροφορίες στην ενότητα "Γυναίκες και κατάθλιψη".

 

ΥΠΟΣΤΡΟΦΙΚΗ (ΕΝΕΛΙΚΤΙΚΗ) ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ

Σπάνιος όρος που αναφέρεται σε καταθλίψεις οι οποίες συμπίπτουν με την ηλικία της υποστροφής (45 – 60 ετών), κατά την οποία συμβαίνουν ιδιαίτερα βιολογικά (υποβάθμιση βιολογικών λειτουργιών, μείωση ζωτικότητας) και ψυχοκοινωνικά γεγονότα (π.χ. συνταξιοδότηση, αποχώρηση παιδιών από το σπίτι). Χαρακτηρίζεται από έντονο άγχος, ψυχοκινητική ανησυχία, μεγάλου βαθμού καταθλιπτικό συναίσθημα και υποχονδριακά συμπτώματα. Συμβαίνει συχνά σε άτομα με ιδεοψυχαναγκαστική δομή προσωπικότητας (σχολαστικά, τελειοθηρικά, καθαρομανή, υπερβολικά συνεπή).

 

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΜΕ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ

Η διαταραχή της προσαρμογής δεν ανήκει στις Διαταραχές Διάθεσης, όμως συχνά είναι δύσκολο να διαχωριστεί διαγνωστικά.

Το βασικό χαρακτηριστικό είναι μια δυσπροσαρμοστική αντίδραση που συμβαίνει ως απάντηση σε κάποιο αναγνωρίσιμο ψυχοκοινωνικό στρεσογόνο παράγοντα μέσα σε διάστημα τριών μηνών (από την έναρξη του στρεσογόνου παράγοντα) και δεν επιμένει περισσότερο από έξι μήνες (μετά την παύση της επίδρασης του στρεσογόνου παράγοντα). Η δυσπροσαρμοστική φύση της αντίδρασης φαίνεται είτε από την έντονη υποκειμενική ενόχληση του ατόμου, η οποία είναι μεγαλύτερη από την αναμενόμενη για το συγκεκριμένο στρεσογόνο ερέθισμα, είτε από την σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας του στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή σχολικό τομέα. Οι στρεσογόνοι παράγοντες μπορεί να είναι ένα μοναδικό γεγονός (π.χ. διαζύγιο) ή πολλαπλά (π.χ. συνεχιζόμενα προβλήματα στο γάμο ή στην εργασία). Μπορεί να υποτροπιάζουν ως ερεθίσματα (π.χ. εποχικά προβλήματα ανεργίας) ή να είναι συνεχώς παρόντες (π.χ. χρόνια ασθένεια). Μπορεί οι συνέπειες τους να αφορούν ένα μόνο άτομο, μια οικογένεια ή μια ολόκληρη κοινότητα (π.χ. οικονομική κρίση). Μπορεί τέλος να είναι παράγοντες που συνοδεύουν συγκεκριμένες φάσεις της ζωής (π.χ. σχολική προσαρμογή, αποχώρηση παιδιού από το πατρικό σπίτι, στρατός, συνταξιοδότηση κλπ.) Στη διαταραχή προσαρμογής με καταθλιπτική διάθεση κυριαρχεί το καταθλιπτικό συναίσθημα, τα κλάματα και η απελπισία, ενώ στη διαταραχή προσαρμογής με άγχος κυριαρχεί η νευρικότητα και τα σωματικά συμπτώματα άγχος.

Ενίοτε, η διαταραχή προσαρμογής μπορεί να προηγηθεί της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής. Η καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση για την διαταραχή προσαρμογής είναι η ατομική ψυχοθεραπεία (διερευνάται το νόημα του στρεσογόνου παράγοντα για το άτομο και υποβοηθείται η προσαρμογή του με βάση την ψυχολογική δομή και τις δυνατότητες του). Η ομαδική ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει άτομα που βιώνουν παρόμοιους στρεσογόνους παράγοντες (π.χ. ομάδες καρκινοπαθών, ομάδες ανέργων γυναικών, ομάδες νεοσύλλεκτων κλπ.)

 

ΠΕΝΘΟΣ

Με το όρο πένθος περιγράφονται οι ψυχικές, συναισθηματικές και σωματικές αντιδράσεις που εκδηλώνονται μετά το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. Το πένθος είναι φυσιολογικό μέρος της ζωής για τους περισσότερους ανθρώπους και συνήθως δεν θεωρείται ψυχική πάθηση. Σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων που περιλαμβάνουν λύπη, θυμό και απελπισία και βιώνονται από τον κάθε άνθρωπο με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Συνήθως, τα συναισθήματα αυτά μειώνονται με την πάροδο του χρόνου και με την υποστήριξη της οικογένειας, των συγγενών και των φίλων.

Σαν μέρος της φυσιολογικής αντίδρασης στην απώλεια, κάποια άτομα που πενθούν εμφανίζουν συμπτώματα χαρακτηριστικά ενός Μείζονος Καταθλιπτικού Επεισοδίου (π.χ. αισθήματα έντονης λύπης, ανορεξία, αϋπνία, ενοχές). Σε αυτή την περίπτωση τα όρια ανάμεσα στο πένθος και την κατάθλιψη μπορεί να γίνουν ασαφή.

Στο πένθος, ωστόσο, όταν το άτομο κατηγορεί τον εαυτό του (αυτομομφή), η ενέργεια αυτή αναφέρεται στην απώλεια του αγαπημένου προσώπου, ενώ στην κατάθλιψη μειώνεται συνολικά η αυτοεκτίμηση του. Επίσης, το άτομο που πενθεί τυπικά θεωρεί την καταθλιπτική διάθεση σαν "φυσιολογική", παρόλο που μπορεί να ζητήσει την βοήθεια ειδικού για να αντιμετωπίσει τα συνοδευτικά συμπτώματα (όπως ανορεξία και αϋπνία). Η συνολική λειτουργικότητα του ατόμου δεν παραβλάπτεται τόσο πολύ, όπως στην κατάθλιψη.

Σύμφωνα με την Elisabeth Kübler-Ross υπάρχουν 5 φυσιολογικά στάδια που περνά κανείς κατά τη διάρκεια του πένθους:

- Άρνηση ("Αποκλείεται, δεν μπορεί να συμβαίνει σε μένα αυτό!"),

- Θυμός ("Είναι άδικο, γιατί σε εμένα;"),

- Διαπραγμάτευση ("Τουλάχιστον ας μην μου συμβεί κάτι άλλο κακό, δεν θα το αντέξω."),

- Κατάθλιψη ("Δεν αντέχω, απλώς θα περιμένω να πεθάνω για να πάω να βρω τον άνθρωπό μου."),

- Αποδοχή ("Εντάξει, ο χρόνος θα μου δείξει πως θα συνέλθω.").

Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει πάντοτε η διαδοχική αυτή ακολουθία των σταδίων. Συνήθως όμως υπάρχουν σε κάποιο βαθμό, χαρακτηριστικά των σταδίων αυτών, είτε με άλλη σειρά είτε ταυτόχρονα.

Όταν όμως το πένθος εκτείνεται τόσο, ώστε το άτομο να μην μπορεί να το ελέγξει και να μην μπορεί να λειτουργήσει σε διάφορους τομείς της ζωής του και παραμένει στην ίδια κατάσταση χωρίς να φτάνει προοδευτικά στην επίλυσή του, τότε το πένθος γίνεται «περιπλεγμένο» και απαιτεί αντιμετώπιση όμοια με αυτή της κατάθλιψης. Το περιπλεγμένο πένθος είναι πολύ συχνότερο όταν το άτομο που έχει αποβιώσει είναι νέο σε ηλικία. Το ίδιο συμβαίνει όταν ο θάνατος είναι ξαφνικός, απροσδόκητος ή βίαιος. Επίσης, επιπλοκές του πένθους πιθανόν να συμβούν σε κάποιον όταν ήταν θυμωμένος με το άτομο που έχει πεθάνει ή όταν είχε άλυτα συναισθηματικά προβλήματα μαζί του.  

Η ύπαρξη ορισμένων συμπτωμάτων που δεν είναι χαρακτηριστικά της "φυσιολογικής" αντίδρασης πένθους – σε συνδυασμό με την διάρκεια τους- μπορεί να οδηγήσει σε διάγνωση κατάθλιψης. Συνοπτικά, τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι:

1. ενοχή για πράγματα, εκτός του τι έκανε ή δεν έκανε το άτομο που επιβίωσε κατά την περίοδο του θανάτου

2. σκέψεις θανάτου, εκτός του να αισθάνεται αυτός που επιβίωσε ότι θα ήταν καλύτερα αν πέθαινε ή ότι έπρεπε να είχε πεθάνει μαζί με τον νεκρό

3. νοσηρή έντονη ενασχόληση με το ότι δεν αξίζει τίποτα

4. έντονη ψυχοκινητική επιβράδυνση

5. μεγάλης διάρκεια και σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας

6. ψευδαισθητικές εμπειρίες εκτός του να νομίζει ότι ακούει την φωνή ή παροδικά βλέπει την εικόνα του νεκρού.  

Η διάγνωση της Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής δεν δίνεται εκτός αν τα συμπτώματα είναι ακόμη παρόντα 2 μήνες μετά την απώλεια.

 

 

 

Διπολική ή μανιο-καταθλιπτική διαταραχή

Μερικές φορές η κατάθλιψη εμφανίζεται στα πλαίσια της λεγόμενης διπολικής διαταραχής. Οι ασθενείς με την διαταραχή αυτή παρουσιάζουν διαστήματα κατάθλιψης (ο ένας πόλος) και διαστήματα της αντίθετης κατάστασης η οποία ονομάζεται μανία, που μπορεί να την φανταστεί κάποιος σαν παθολογική ευφορία (ο άλλος πόλος). Οι δυο αυτοί κύκλοι εναλλάσσονται αλλά μεταξύ τους μεσολαβούν διαστήματα που ο ασθενής είναι φυσιολογικός. Η διπολική διαταραχή είναι διαφορετική από την κατάθλιψη που αναφέραμε μέχρι τώρα (και που μερικές φορές ονομάζεται μονοπολική ακριβώς για να μην συγχέεται με αυτήν) και θα εξεταστεί εδώ (ενότητα Διπολική Διαταραχή).

 

Κείμενο: Αγγελική Μενεδιάτου, Ψυχολόγος, Μ.Α. Κλινικής Ψυχολογίας, Ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος του ΔΣ του ΜΑΖΙ.