Διαβάστε επίσης
Joomla Templates and Joomla Extensions by JoomlaVision.Com

facebook_icon

Σύνδεση στο forum



climax

Αναζήτηση
Χρήστες
Έχουμε 107 επισκέπτες συνδεδεμένους
Αρχική Κατάθλιψη Είπαν για την κατάθλιψη
Ευρετήριο Άρθρων
Είπαν για την Κατάθλιψη
Χόρχε Μπουκάι και κατάθλιψη
Φρόιντ και κατάθλιψη
Όλες οι σελίδες

Η κατάθλιψη είναι το ψεγάδι της αγάπης. Για να έχουμε την ικανότητα ν' αγαπάμε, πρέπει να μπορούμε ν' απελπιζόμαστε γι' αυτό που χάνουμε, και η κατάθλιψη είναι ο μηχανισμός αυτής της απελπισίας. (Andrew Solomon, από το βιβλίο "Ο Δαίμων της Μεσημβρίας")

 

Δεν ξέρω αληθινά γιατί 'μαι έτσι θλιμμένος και με στενοχωρεί να λες πως σε στενοχωρεί μα πώς το πήρα, το 'βρα ή έπεσα σ' αυτό, τι πράμα είναι, πώς γεννήθη, μένει να το μάθω και τόσο μ' ανοηταίνει η λύπη αυτή, που δύσκολα καταφέρνω να γνωρίσω τον εαυτό μου. (ο Αντώνιος στον "Έμπορο της Βενετίας")

 

Καλωσόρισε τούτο τον πόνο, γιατί θα διδαχθείς απ' αυτόν. (Οβίδιος)

 

Ένιωσα, μέσα στο μυαλό μου, μια κηδεία και μοιρολογήτρες, πέρα – δώθε Βαριά να βηματίζουν – βαριά να πατούν και τη συνείδηση να κομματιάζουν κι όταν πια όλοι καθήσαν, μια λειτουργία, σαν τυμπανοκρουσία – χτυπούσε και χτυπούσε – ώσπου ένιωσα το μυαλό μου να μουδιάζει. Κι ύστερα τους άκουσα να σηκώνουν ένα κιβώτιο. Τα βήματα να τρίζουν ραγίζοντας μου την Ψυχή μ' εκείνες τις ίδιες μολυβένιες μπότες, πάλι, Κι ύστερα ο Χώρος – άρχισε ν' αντηχεί σάμπως καμπάνα να 'χαν γίνει οι ουρανοί και το Είναι ένα αυτί μονάχα κι εγώ, με τη Σιωπή, μια παράξενη ράτσα αφανισμένη κι έρημη, εδώ – κι ύστερα έσπασε στη Λογική ένα μαδέρι κι έπεφτα, έπεφτα όλο και πιο κάτω – και σ' έναν Κόσμο χτυπούσα με την κάθε βουτιά και η Γνώση – τότε – τελείωσε. (Emily Dickinson)

 

Δεν μπορούσα να αντιδράσω. Αισθανόμουν πολύ ακίνητη και πολύ άδεια, όπως αισθάνεται το μάτι του κυκλώνα καθώς παρασύρεται άνευρα καταμεσής του ορυδαγμού. (Σίλβια Πλαθ, από το "The Bell Jar")

 

Να ποια είναι τα πράγματα που ξέρω πως είναι σωτήρια: να έχεις ένα καλό γιατρό έτοιμο να σε ακούσει, να ξέρεις καλά τις ιδιαιτερότητες σου, να φροντίζεις να κοιμάσαι και να τρως κανονικά όσο φρικτό κι αν φαίνεται αυτό το καθήκον, να αποφεύγεις τις στρεσογόνες καταστάσεις αμέσως, να ασκείσαι, να κινητοποιείς την αγάπη. (Andrew Solomon, από το βιβλίο "Ο Δαίμων της Μεσημβρίας")

 

Κράτα σημειώσεις κι ο πόνος θα φύγει. (Βιρτζίνια Γουλφ στο "Χρόνια")

 

Ο μόχθος πρέπει να είναι η θεραπεία, όχι η συμπόνια – ο μόχθος είναι η μόνη ριζική θεραπεία για τη ριζωμένη θλίψη. (Σάρλοτ Μπροντέ)

 

Η κατάθλιψη μου ήταν τόσο παράξενη...σαν να με έκλεψαν οι καλικάντζαροι κι άφησαν στη θέση μου ένα κομμάτι ξύλου. (Randall Jarrell, 1914-1965, Αμερικανός ποιητής)

 

Βρίσκομαι 30 χρόνια σε θεραπεία! Κοίτα, δεν μπορείς να παραγνωρίσεις τη δύναμη της αυτοαπέχθειας. Σκέφτεσαι, δεν μου αρέσει τίποτα απ' όσα βλέπω, απ' όσα κάνω, αλλά πρέπει να αλλάξω, να μεταμορφωθώ. Δεν ξέρω ούτε έναν καλλιτέχνη που να μην παρακινείται από αυτό. Αν όλοι ήταν ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους , κανένας δεν θα έκανε τέχνη! Ο Μπράντο δεν θα έπαιζε, ο Ντίλαν δεν θα είχε γράψει το "Like a Rolling Stone", ο Τζέιμς Μπράουν δεν θα είχε βρει το ρυθμό του. Αυτό είναι το κίνητρο - η επιθυμία της αναγέννησης. (Μπρους Σπρίνγκστιν, Αμερικανός τραγουδιστής και συνθέτης)

 




Όταν διαιωνίζεται, το βάσανο καταλήγει στην ασθένεια που φέρει την κοινή ονομασία: "κατάθλιψη". Για την περίπτωση που δεν είναι απόλυτα κατανοητό, θα ήθελα να τονίσω ότι η κατάθλιψη δεν είναι η θλίψη. Η κοινή χρήση των όρων, χωρίς να ορίζεται με σαφήνεια η διαφορά τους, αποτελεί μεγάλο λάθος και πηγή πολλών παρανοήσεων. Η κατάθλιψη είναι ασθένεια ψυχολογικής προέλευσης, και περιλαμβάνει μεν διαταραχή της ψυχικής κατάστασης του ατόμου, υπερβαίνει όμως κατά πολύ το σύμπτωμα αυτό.

Αν εννοήσουμε την κατάθλιψη ως "ένα βαθύ πηγάδι, ένα βούλιαγμα, μια τρύπα, μια δύναμη που σε τραβάει προς τα κάτω, σε συνθλίβει", θα κατανοήσουμε την ασθένεια ως γενική ψυχοκινητική επιβράδυνση (μείωση ενεργητικότητας και απώλεια ευχαρίστησης). Η απουσία ενδιαφέροντος εκδηλώνεται με έλλειψη επιθυμίας, απουσία πρωτοβουλίας ή διάθεσης να ασχοληθείς με δραστηριότητες και γενικά να κάνεις πράγματα που πρώτα σου ήταν ευχάριστα, όπως να πας στη δουλειά σου, να συμμετέχεις σε κοινωνικές ή οικογενειακές συγκεντρώσεις, κλπ. Στο συναισθηματικό επίπεδο εκφράζεται ως θλίψη, υπαρξιακό κενό, ενοχή, αίσθηση μοναξιάς κλπ. Στο διανοητικό-πνευματικό επίπεδο δημιουργείται μεγάλη απαισιοδοξία, αρνητικές σκέψεις που πολλαπλασιάζονται και γίνονται όλο και πιο έντονες, ανασφάλεια κλπ. Για τη διάγνωση μιας ασθένειας απαιτούνται όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Το γεγονός, δηλαδή, ότι κάποιος αισθάνεται θλίψη ή απαισιοδοξία ή ανασφάλεια ή δυσθυμία, δεν εγγυάται ότι το άτομο αυτό έχει κατάθλιψη.

Η διάγνωση της κατάθλιψης είναι αρμοδιότητα του ειδικού, όχι της αξιολόγησης ενός υποτιθέμενου ειδικού τεστ σε κάποιο περιοδικό που αποφαίνεται: "...Εάν συγκεντρώσατε πάνω από 15 βαθμούς, έχετε κατάθλιψη!"

Εκτός αυτού, χρειάζεται η "διαφορική", όπως λέγεται, διάγνωση από τον ειδικό, γιατί μπορεί ένα άτομο να έχει κατάθλιψη χωρίς να παρουσιάζει κανένα από τα κλασικά συμπτώματα της κατάθλιψης. Ανάλογα με την αιτία που την προκάλεσε, η κατάθλιψη συνήθως ανήκει σε μία από τις δύο κατηγορίες: είναι εξωτερική ή εσωτερική.

Εμείς εδώ θα ασχοληθούμε αποκλειστικά με την πρώτη κατηγορία. Αυτές οι καταθλιπτικές συμπεριφορές εκδηλώνονται εξ ορισμού με αφορμή εξωτερικά γεγονότα που συνέβησαν ενώ πιθανότατα προϋπήρχε μια εσωτερική διαταραχή.

Ποια είναι όμως αυτά τα εξωτερικά αίτια; Συναισθηματικές απογοητεύσεις, διαπροσωπικές συγκρούσεις, να σε βάζουν στο περιθώριο ή να σε απομονώνουν κάποια πρόσωπα, η συνταξιοδότηση, τα οικονομικά προβλήματα, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, η αποτυχία στο γάμο, κλπ.

Καθώς όμως οι καταστάσεις που αναφέραμε παραπάνω δεν έχουν την ίδια επίδραση σε όλα τα άτομα, αντιλαμβανόμαστε ότι εξωτερικά γεγονότα που συμβαίνουν άμεσα, δεν είναι επαρκή αίτια κατάθλιψης.

Τις περισσότερες φορές, ο εκλυτικός παράγοντας (το γεγονός που λειτουργεί ως αφορμή) έρχεται να προστεθεί σε άλλα γεγονότα που αφορούν τον ασθενή και δεν είναι τόσο περιστασιακά: μειωμένη ικανότητα διαχείρισης των ματαιώσεων, παθολογικοί φόβοι, παρατεταμένη ανησυχία, απαισιοδοξία, στρες, κοινωνική φοβία, τάση προς την απομόνωση και τη μοναξιά, εξαρτημένη προσωπικότητα, έντονη νοσταλγία του παρελθόντος, έμμονες ιδέες και, βέβαια, παθολογικό πένθος.

Οι καταθλιπτικοί έχουν την τάση να διαστρεβλώνουν τα γεγονότα και να παρερμηνεύουν ό,τι συμβαίνει θεωρώντας το προσωπική αποτυχία. Υπερβάλλουν, γενικεύουν, και κάνουν συχνά αρνητικές προβλέψεις για το μέλλον.

Η γνώση των αιτίων που την προκάλεσαν, μπορεί να βοηθήσει ένα καταθλιπτικό ασθενή να βγει από την κατάθλιψη, ή κάποιον που δεν είναι ασθενής να προστατεύσει τον εαυτό του από την εισβολή της. Το κλειδί για τη λύση του προβλήματος βρίσκεται στο επίπεδο κατανόησης και, συνεπώς, αλλαγής του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει κανείς τα βιώματα αυτά. Να καταφέρει δηλαδή, να μετακινηθεί λίγο από το σημείο που βρίσκεται.

Αν μπορέσει το καταθλιπτικό άτομο να αποκτήσει καλύτερη ιδέα για τον εαυτό του, για τον κόσμο και τις ίδιες του τις σκέψεις, αν δεν ξεχνάει να ασκεί κάποια φυσική δραστηριότητα, αν επιδιώκει την επικοινωνία με πιο αισιόδοξα άτομα και τα ακούει προσεκτικά, αν ακούει Μότσαρτ, αν παρακολουθεί μαθήματα, αν αναπτύξει τη δημιουργικότητα του και προσπαθήσει να είναι πιο χρήσιμο στην κοινωνία στην οποία ανήκει, μπορούμε να πούμε χωρίς αμφιβολία ότι έχει βελτιώσει την πρόγνωση για την εξέλιξη της αρρώστιας του και, τελικά, ότι έχει βελτιώσει το μέλλον του.

Χόρχε Μπουκάι, από το βιβλίο του "Ο δρόμος της απώλειας" (σελ. 92-94, Εκδ. Opera)

Ο Χόρχε Μπουκάι είναι ψυχίατρος και συγγραφέας.


 

(...)Η μελαγχολία – η έννοια της οποίας, ακόμα και στην περιγραφική ψυχιατρική ορίζεται με διάφορους τρόπους – εμφανίζεται κάτω από ποικίλες κλινικές μορφές, τις οποίες είναι αμφίβολο αν μπορούμε να υπάγουμε σε μια ενότητα. Ορισμένες μάλιστα απ' αυτές θυμίζουν σωματικές μάλλον παθήσεις παρά ψυχογενείς.(...)

Τα ψυχοδιανοητικά γνωρίσματα της μελαγχολίας, είναι: μια βαθύτατα αλγεινή κατάθλιψη, μια αναστολή του ενδιαφέροντος για τον εξωτερικό κόσμο, η απώλεια της ικανότητας για αγάπη, η αναστολή κάθε δραστηριότητας και η μείωση του αισθήματος αυτοεκτίμησης, που εκφράζεται με αυτομομφές κι αυτοδιασυρμούς και φτάνει μέχρι την παραληρητική προσμονή της τιμωρίας.(...)

Σε μερικές περιπτώσεις, είναι φανερό πώς και η μελαγχολία (όπως και το πένθος) αποτελεί αντίδραση στην απώλεια ενός αγαπημένου αντικειμένου. Σε άλλες περιπτώσεις, βρίσκουμε πως η φύση της απώλειας είναι κάπως πιο ιδεατή: Το αντικείμενο δεν είναι πραγματικά νεκρό, αλλά απωλέσθηκε σαν αντικείμενο αγάπης (η περίπτωση, π.χ. μιας εγκαταλειμμένης μνηστής). Σε άλλες περιπτώσεις, πάλι, νιώθουμε πως έχουμε δικαίωμα να υποθέσουμε την ύπαρξη μιας τέτοιας απώλειας, δεν μπορούμε όμως να επισημάνουμε ξεκάθαρα το αντικείμενο της απώλειας. Μπορούμε μάλιστα να υποστηρίξουμε πως ούτε ο άρρωστος είναι σε θέση να αντιληφθεί συνειδητά τι ακριβώς έχει απωλέσει. Υπάρχει εξάλλου και η περίπτωση κατά την οποία ο άρρωστος γνωρίζει την απώλεια που προκαλεί τη μελαγχολία, γνωρίζει δίχως αμφιβολία ποιον έχει χάσει, όχι όμως και τι έχει χάσει απ' αυτό το πρόσωπο. Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η μελαγχολία συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με μια απώλεια του αντικειμένου άγνωστη στη συνείδηση, σε αντιδιαστολή με το πένθος, όπου τίποτα από όσα αφορούν την απώλεια δεν είναι ασυνείδητο.

(...) Ο μελαγχολικός παρουσιάζει ένα ακόμα γνώρισμα που απουσιάζει στην περίπτωση του πένθους, συγκεκριμένα, μια εξαιρετική μείωση του αισθήματος αξιότητας του Εγώ, μια απέραντη πενιχρότητα του Εγώ. Στην περίπτωση του πένθους ο κόσμος έχει γίνει φτωχός και κενός, στην μελαγχολία γίνεται το ίδιο το Εγώ. Ο άρρωστος μας περιγράφει το Εγώ του σαν ανάξιο, ανίκανο για οτιδήποτε και ηθικά καταδικαστέο: κατακρίνει και μέμφεται τον εαυτό του και περιμένει να απορριφθεί και να τιμωρηθεί. Μειώνεται μπροστά στον καθένα και οικτίρει τους δικούς του που συνδέονται μ' ένα τόσο ανάξιο πρόσωπο. Δεν μπορεί να κρίνει ότι κάτι άλλαξε μέσα του, αλλά επεκτείνει την αυτοκριτική και στο παρελθόν του. Ισχυρίζεται πως ποτέ δεν υπήρξε καλύτερος. Το παραλήρημα αυτό της μηδαμινότητας – στο ηθικό κυρίως επίπεδο – συμπληρώνεται με συμπτώματα αϋπνίας, με άρνηση τροφής και – γεγονός πολύ αξιοσημείωτο ψυχολογικά – με μια εξουθένωση της ενόρμησης που εξαναγκάζει κάθε ζωντανό να κρατηθεί στη ζωή. (...)

Αν κάποιος ακούσει υπομονετικά τις πολλές και ποικίλες αυτοκατηγορίες του μελαγχολικού, δεν μπορεί τελικά να αποφύγει την εντύπωση ότι συχνά οι πιο βίαιες από αυτές με δυσκολία ανταποκρίνονται στον ίδιο τον ασθενή, αλλά με ασήμαντες τροποποιήσεις ταιριάζουν σε κάποιον άλλο, κάποιο άτομο που ο ασθενής αγαπάει, έχει αγαπήσει ή έπρεπε να αγαπά. Κάθε φορά που εξετάζουμε τα δεδομένα, η υπόθεση επιβεβαιώνεται. Έτσι βρίσκουμε το κλειδί της κλινικής εικόνας: οι αυτομομφές είναι μομφές ενάντια σε ένα αντικείμενο αγάπης που έχουν μετατραπεί από αυτό προς το ίδιο το Εγώ του ασθενή.
Η γυναίκα που οικτίρει μεγαλόφωνα τον άντρα της γιατί συνδέεται με μια τόσο ανίκανη γυναίκα, θέλει στην πραγματικότητα να παραπονεθεί για την ανικανότητα του άντρα της, όπως κι αν εννοεί τον όρο.

 

Σημείωση: Ο Φρόιντ με τον όρο μελαγχολία κάλυπτε όλες τις κλινικές εικόνες των καταθλίψεων.
Στο άρθρο του "Πένθος και μελαγχολία", συγκρίνει την κατάθλιψη (μελαγχολία όπως την ονομάζει) με το πένθος και δίνει έμφαση στην απώλεια της αυτοεκτίμησης που βιώνει ο καταθλιπτικός ως διαφοροποιό σημείο της κατάθλιψης από το πένθος.

 

Πηγή:

Φρόυντ, Σ. (2000). Δοκίμια μεταψυχολογίας (1915). Αθήνα: Καστανιώτης.

Freud, S. (1917/1957). Mourning and melancholia. In J. Strachey (Ed. and Trans.), The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud (Vol. 14). London: Hogarth Press.